Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

Ενας μασόνος δίπλα μου!

Σοφία Μαχειμάρη
http://sofia-izwieinaiwraia.blogspot.com/

Γιατί είμαστε εδώ; Γιατί αξίζει να βελτιωθεί ο καθένας προσωπικά; Γιατί να ζει κανείς με κάποια ιδανικά και γιατί να βοηθάς τον διπλανό σου; Κάποιοι τα σκέφτονται όλα αυτά, τους απασχολούν, τα συζητούν με τον εαυτό τους και με ανθρώπους που αποκαλούν αδελφούς. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι μασόνοι ή αλλιώς οι τέκτονες. Ψάχνουν απαντήσεις. Το αν είναι αποδεκτός ή όχι ο τρόπος τους και οι απόψεις τους είναι υποκειμενικό αλλά το αν η εσωτερική αναζήτηση κι η προσπάθεια για αυτοβελτίωση είναι θεμιτές, θετικές κι επιδοκιμαστέες σε μιαν υλιστική κοινωνία είναι σαφές.

Στην χώρα μας, οι τέκτονες, είναι περισσότερο γνωστοί ως μασόνοι και η λέξη αυτή είναι φορτισμένη με πολύ αρνητικούς συνειρμούς στο μυαλό των περισσοτέρων δίχως οι πιο πολλοί να γνωρίζουν το γιατί. Ήταν στην εποχή του μεσαίωνα όπου πολλοί εκ των μασόνων επιδίδονταν σε δολοπλοκίες περισσότερο παρά στο τεκτονίζειν, δηλαδή στο φιλοσοφείν, οπότε κι επήλθε το σχίσμα μεταξύ μασόνων και τεκτόνων. Οι τέκτονες τότε υιοθέτησαν τον όρο Ελευθεροτεκτονισμός ως προσδιοριστικό τους, όπου το πρώτο συνθετικό ορίζει την ελευθέρια επιλογής του ανθρώπου στο πως θα αυτοδιαμορφωθεί. Στη συνέχεια για λόγους ευκολίας και συντομίας θα χρησιμοποιείται ο όρος τέκτονας και τεκτονισμός.

Ο σκοπός αυτού του άρθρου δεν είναι να προσεγγίσει ιστορικά τον τεκτονισμό- υπάρχει σωρεία κειμένων σχετικών με την ιστορία του τεκτονισμού στο διαδίκτυο και στα έντυπα- αλλά να παρατηρήσει την ζωή και την καθημερινότητα ενός τέκτονα, να παρουσιάσει έναν ώστε να προσεγγιστεί το όλο. Το όνομα του τέκτονα που είχα την τύχη να γνωρίσω και ο οποίος πολύ πρόθυμα απάντησε σε όλες μου τις ερωτήσεις έχει αλλαχθεί –σύμφωνα με την επιθυμία του- τα υπόλοιπα στοιχεία που αφορούν στη ζωή του είναι ακριβή και αληθή.

Ο Γιώργος Καραγιάννης είναι 30 ετών. Μένει με την μητέρα του στο Παγκράτι. Έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στο marketing στο Deree. Εργάζεται με τον πατέρα του στην εταιρεία ψηφιακών εκτυπώσεων που έχουν και παράλληλα είναι εμπορικός σύμβουλος σε εταιρεία εισαγωγής κρασιού. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν παιδί αλλά διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις και με τους δύο. Έχει πάθος με την ταχύτητα και τα γρήγορα αμάξια, κατά καιρούς έχει συμμετάσχει σε αγώνες ταχύτητας ράλι κερδίζοντας και κάποιες διακρίσεις. Γύρω στο 1,70 μ. μελαχρινός, με καστανά, αεικίνητα μάτια που μοιάζουν να παρατηρούν τα πάντα. Ανήσυχος από την φύση του. Μιλάει άλλοτε πολύ άλλοτε καθόλου. Μπορεί να περάσει καλά μένοντας στο σπίτι ακούγοντας μουσική μόνος του αλλά και σε πολυσύχναστα μπαράκια και clubs. Γελάει δυνατά. Έχει ύφος αλαζονικό και πολύ παρεξηγήσιμο. Η αρχική μας γνωριμία έγινε μέσω κοινών φίλων. Η πρώτη μου εντύπωση ήταν «μα τι ψωνάρα είναι αυτή;;» αλλά η συνέχεια αποδείχτηκε περισσότερο ενδιαφέρουσα. Ένα μήνα περίπου μετά την πρώτη αυτή μας επαφή η άποψή μου είχε αλλάξει- δεν είναι μόνο ψωνάρα- κι εκείνος μου εκμυστηρεύτηκε την τεκτονική του ταυτότητα. Μέχρι τότε δεν γνώριζα τίποτα περί τεκτονισμού, παρά μόνο είχα στο μυαλό μου μια μαύρη εικόνα δίπλα στη λέξη μασονία και μασόνος.

Ο Γιώργος ήταν από παιδί υποψιασμένος και του ήταν οικείοι αυτοί οι όροι. Ο θείος του είναι τέκτονας και αυτό που είχε παρατηρήσει με τα παιδικά του μάτια και αναρωτιόταν ήταν το πού πηγαίνει ο θείος Πέτρος κάθε Πέμπτη απόγευμα, ώσπου του είπε, πηγαίνει στη Στοά. Στην εφηβεία του ο Γιώργος μαθαίνει και το τελετουργικό της υπόθεσης και το τι ακριβώς συμβαίνει στην Στοά. Σε όλα αυτά τα χρόνια ο Γιώργος γνώρισε πολλούς τέκτονες, φίλους του θείου Πέτρου και πάντα του έκανε εντύπωση το πόσο ενδιαφέροντα άτομα ήταν, πόσο «ψαγμένοι» σε θέματα φιλοσοφίας, μουσικής και γενικότερης θέασης της ζωής. Όταν ο Γιώργος ήταν 27 είχε μια σοβαρή συζήτησε περί τεκτονισμού με τον θείο Πέτρο και τότε είναι που αποφασίζει πως θέλει κι εκείνος να γίνει τέκτονας. Ο θείος Πέτρος ξεκινά την διαδικασία συντάσσοντας μια αίτηση εισδοχής, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία που αφορούν στον Γιώργο, ηλικία, σπουδές, ενδιαφέροντα, τόπος διαμονής, εργασία. Αυτή η αίτηση περνάει στα χέρια του Συμβουλίου των αξιωματικών και αναρτάται σε κάθε τεκτονική Στοά για τρεις μήνες για να ερωτηθούν το αν γνωρίζουν κάτι το μεμπτό που να αφορά στον Γιώργο και που θα μπορούσε να του στερήσει την αποδοχή του στον κόσμο των τεκτόνων. Μετά τους τρεις μήνες και αφού κανείς δεν είχε να προσάψει κάτι στον Γιώργο ακολούθησε μια σαραντάλεπτη συνέντευξη, όπου σκοπό έχει να καθοριστούν τα κίνητρα και οι προθέσεις του υποψηφίου καθώς πολλοί υποκινούνται λόγω ιδιοτέλειας ή απλής περιέργειας. Ο Γιώργος έγινε δεκτός, του αναγνωρίστηκε ότι επιθυμούσε απλά να ανοίξει τους ορίζοντες του καθώς κι η επιθυμία του να μάχεται για ιδανικά. Ο τεκτονισμός μάχεται για τρία ιδανικά: ελευθερία, ισότητα και αδελφότητα. Αφού έγινε δεκτός ακολούθησε η τελετή μύησής του.

Έπρεπε να φοράει μαύρο σακάκι και γραβάτα, λευκό πουκάμισο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το τελετουργικό της μύησης είναι καθαρά συμβολικό, οτιδήποτε συμβαίνει συμβολίζει κάτι, οποιοδήποτε αντικείμενο υπάρχει συμβολίζει κάτι. Πριν την είσοδό του στο μαύρο δωμάτιο όπου θα γινόταν η τελετή του αφαιρέθηκαν τα λεγόμενα μέταλλα, το κινητό, τα παπούτσια, το ρολόι, σύμβολα της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου ενώ το επιθυμητό για την τελετή είναι να επιστρέψει ο υποψήφιος σε πρωτόλεια μορφή, να επιστρέψει στο 0. Του έδεσαν τα μάτια και με την βοήθεια ενός αδελφού, όπως αποκαλούν ο ένας τον άλλον, πέρασε κάποιες λεγόμενες δοκιμασίες, εμπόδια τα οποία έπρεπε να ξεπεράσει για να φτάσει στον στόχο. Σύμβολα της επερχόμενης προσπάθειας του ως τέκτονας να κατακτήσει το εγώ του. Μετά το πέρας των δοκιμασιών ο υποψήφιος τέκτονας ορκίζεται στο ιερό βιβλίο του νόμου, στην Βίβλο, ότι θα μάχεται για τα ιδανικά του τεκτονισμού και δεν θα εγκαταλείψει την αδελφότητα. Ύστερα του ζητήθηκε να γείρει ελαφρά προς τα μπροστά μέχρι που στο λαιμό του ένιωσε την κόψη ενός σπαθιού για να βιώσει συμβολικά το πώς θα νιώθει αν για κάποιο λόγο αθετήσει τον όρκο του. Ο Γιώργος παραδέχτηκε ότι φοβήθηκε κατά τη διάρκεια της τελετής διότι ένιωθε να μην ξέρει που βρίσκεται και δεν ήξερε τι να περιμένει. Το περίμενε περισσότερο δραματικό και τελικά αποδείχτηκε περισσότερο σοβαρό από ότι πίστευε πως θα είναι.

Είναι μέλος της Στοάς του Υψηλάντη η οποία στεγάζεται στο τεκτονικό μέγαρο Αθηνών που βρίσκεται στην οδό Αχαρνών. Οι οικονομικές του υποχρεώσεις ως προς την Στοά είναι 20 ευρώ τον μήνα συνδρομητικά, για την τελετή μύησης ήταν 400 ευρώ και 250 ευρώ για την μύηση του στον επόμενο βαθμό, αυτόν του εταίρου (Το βιβλίο της Αλεξάνδρας Λύτρα εξηγεί με μυθιστορηματικό τρόπο όλους τους βαθμούς των τεκτόνων).

Και η ζωή του Γιώργου συνεχίζεται. Με πολύ δουλειά και στις δυο εταιρείες, γρήγορα αμάξια, διάβασμα, εσωτερική αναζήτηση, κρασί, ξενύχτια, μουσική και μην ξεχνιόμαστε…κάθε Πέμπτη απόγευμα Στοά.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

«Βγαίνω Εξάρχεια…Πειράζει;»

Σταυρούλα Μαλαίνου

Μεσημέρι Πέμπτης…Κυκλοφορώ στο κέντρο, περιφέρομαι σ’ όλους τους γνωστούς δρόμους της Αθήνας Σόλωνος, Ιπποκράτους, Σκουφά, Διδότου, προκειμένου να προμηθευτώ τα βιβλία που μου χρειάζονται για την ερχόμενη εξεταστική μου. Δεν περπατώ μόνη μου…Μαζί μου και οι δύο φίλες μου, συμφοιτήτριες μου από το Πάντειο, κλασσικές κουτσομπόλες, που δεν αφήνουν περαστικό απαρατήρητο και σαφώς ασχολίαστο!

Κρατώντας αμέτρητες τσάντες στο χέρι, που ξεχείλιζαν πανεπιστημιακά εγχειρίδια, αγανακτώντας για την πολύωρη πεζοπορία μας μία τόσο ηλιόλουστη μέρα, ψάχναμε μανιωδώς το τελευταίο βιβλιοπωλείο που θα επισκεπτόμασταν για σήμερα…ένα μικρό μαγαζάκι φάνταζε από μακρυά στην γωνία ενός στενού. Τα κορίτσια με το χαμόγελο τους να φτάνει στ’ αυτιά από την ανακούφιση, εισέβαλαν με τσαμπουκά στο χώρο, για να παραλάβουν ό,τι ζητούσαν . Εγώ απλά κοντοστάθηκα απ’ έξω, αφού ό,τι αντίκρυσα έμοιαζε με είδος « γελοιογραφίας» της ανηθικότητας των ημερών μας…Οδός Αλέξη Γρηγορόπουλου- δολοφονήθηκε από την αστυνομία στις 06/12/2008. Βρισκόμασταν στην οδό Αιόλου στα Εξάρχεια και η εικόνα μιλούσε από μόνη της. Δύο κολώνες της ΔΕΗ στήριζαν ένα μαύρο πανό που μ’ έντονα γράμματα κατέγραφε το εξής :Αλέξη, είσαι μαζί μας! Δεν μπόρεσα να απαντήσω με λόγια, σε όλες τις σκέψεις που έκαναν βόλτα στο νου μου εκείνη την ώρα…Είχα αφοσιωθεί σε ό,τι έβλεπα, δίχως ίχνος επιθυμίας σχολιασμού. Ωστόσο, κάποιος περαστικός με πρόλαβε, διώχνοντας μακρυά μου κάθε αίσθηση αγάπης και συγκίνησης ως προς το συνάνθρωπο. ‘ Δεν πάνε καθόλου καλά οι θαμώνες…Άντε γεια!, σιγομουρμούρησε! Ταγμένος στην μία όψη του νομίσματος…

Η αποστολή μας εξετελέσθη με επιτυχία. Είχαμε στα χέρια μας όλα τα βιβλία, που μας δόθηκαν. Τότε σκέφτηκα πως ένα καφεδάκι ήταν ό,τι ακριβώς είχαμε ανάγκη, για να συνέλθουμε! “ Λίγο πιο κάτω είναι η πλατεία των Εξαρχείων” είπα στα κορίτσια, “ πάμε για καφεδάκι”…Δίστασαν κάπως, το κατάλαβα, αλλά το αγνόησα και κατευθύνθηκα πρώτη προς την πλατεία και εκείνες με ακολούθησαν. Προερχόμενες από τα Βόρεια, ποτέ δεν είχαν βρεθεί στα Εξάρχεια…Ήταν όντως μια καλή ευκαιρία.

Απίστευτο! 22 χρονών φοιτήτριες, Αθηναίες και να μην έχουν επισκεφτεί την περιοχή. Ούτε καν γνώριζαν προς τα που έπεφτε…Ίσως και μόνο στο άκουσμα της λέξης, να τους διακατείχε μία ξαφνική ανατριχίλα και δυσαρέσκεια!

Τις οδήγησα στην “ Ίντριγκα”, φημισμένο μαγαζάκι των Εξαρχείων. Με το που μπήκαμε μέσα, γύρισα να παρατηρήσω την αντίδραση τους. Το βλέμμα τους περιπλανιόταν πότε δεξιά και πότε αριστερά, στέκονταν ακούνητες και φαίνονταν σαν να μετάνιωσαν που μ’ εμπιστεύτηκαν. Έναν καφέ είπαμε να πιούμε και για δες που ήρθαμε, θα πρέπει να σκέφτηκαν. Σ’ ένα “ χαμαιτυπείο” , όπως το αποκάλεσαν, “ σ ΄ένα σκοτεινό μπουντρούμι, με καρέκλες καφενείου, όπως το περιέγραψαν. Και να ‘ταν τα μοναδικά πικρόχολα σχόλια, που άκουσα εκείνο το μεσημέρι…

Από την άλλη και οι θαμώνες της Ίντριγκας έδειχναν μία μυστήρια έκφραση στο πρόσωπο τους . Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσεις το γιατί! Όλοι ντυμένοι στα μαύρα , τα κορίτσια ατημέλητα, τα αγόρια μαλλιάδες, απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνεις μέλος της παρέας τους , έστω ένα piercing, all star να υποδύουν τα πόδια συν και η heavy metal να σε ξυπνά τα πρωινά και να σε κοιμίζει τα βράδια.

Στο δικό μας τραπέζι αντιθέτως, οι βλεφαρίδες έντονες και μακρυές από τους τόνους μάσκαρας, το άρωμα να κατακλύζει το χώρο, τα στενά παντελόνια να διαγράφουν το κορμί και οι μπότες μας να θυμίζουν κάτι από glamorous της εποχής, “ fashion victims”, μ έναν όρο!
Στα δικά μας μάτια, όλα φάνταζαν παράλογα, ανατριχιαστικά και αποκρουστικά! Στα δικά τους μάτια, όλα φάνταζαν καπιταλιστικά, μαζοποιημένα και αδιάφορα! Μα “ c’ est la vie”, που λένε και οι γάλλοι! Διαφορετικοί δεν είναι μοναχά οι άλλοι. Διαφορετικοί είμαστε απλά όλοι μας. Κάποια στιγμή θα πρέπει να μάθουμε να αποδεχόμαστε την διαφορετικότητα των άλλων. Αν όντως ,θέλαμε να λεγόμαστε φιλελεύθερη κοινωνία και τα συναφή.

Τελικά οι προκαταλήψεις δεν μας άφησαν ποτέ. Όλοι μας έχουμε δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία, στην ατομική θέληση και βούληση…Οι επιλογές αφορούν μονάχα εμάς και δεν είμαστε υπόλογοι στους άλλους γι’ αυτές. Γι’ αυτό μπορούμε να πιούμε έναν καφέ ή ένα ποτό στα Εξάρχεια δίχως να είμαστε αναγκασμένοι να προσαρμοστούμε στο στυλ που ποζάρουν οι θαμώνες τους, αλλά κρατώντας- φυλάσσοντας το δικό μας ξεχωριστό ντύσιμο…Αυτό θα είναι η “ η μαγκιά”. Ποιοι είναι εκείνοι που ασκούν βέτο? Τα Εξάρχεια δεν αφορούν τους κουκούλοφορους και τους αναρχικούς…Αφορούν τους πάντες, που θέλουν να τα ανακαλύψουν και να τα ονομάσουν “ στέκι τους”.

Φωνάξτε το δυνατά λοιπόν και μην φοβάστε, μην ντρέπεστε! “ Βγαίνω στα Εξάρχεια και μ’ αρέσει πολύ. Πηγαίνω με μπότες και κολάν και περνάω τέλεια. Φοράω τα μποτάκια μου τα all star σηκώνω τις τζίβες μου και διασκεδάζω. Θα φορέσω και την ανάλαφρη κονκάρδα που κυκλοφόρησε και γράφει “ Βγαίνω Εξάρχεια, και θα αισθανθώ υπέροχα με τον εαυτό μου! Κατευθύνομαι προς τα εκεί και σας περιμένω όλους…”