Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009

Αθηναϊκή μπαρότσαρκα στο κέντρο: What’s hot, what’s not

Του Κωνσταντίνου Τζήκα


Σαββατόβραδο. Ώρα για νυχτερινή εξόρμηση και βολιδοσκόπηση της αθηναϊκής πραγματικότητας, της πραγματικότητας όπως ξεδιπλώνεται ανεπιτήδευτα στην καρδιά της πρωτεύουσας. Εις άγραν εμπειριών, μαγαζιών, φρέσκων προσώπων, στο αθηναϊκό κέντρο, το κέντρο των στενών δρόμων, των λακκουβών στα πεζοδρόμια, των ακραίων αντιθέσεων, των παράξενων μυρωδιών, των στυλιζαρισμένων ανθρώπων.


Με μία παρέα γνωστών, προσπαθούμε να ψυχανεμιστούμε τα cool μπαρ της πόλης, εκεί που χτυπά η καρδιά του «σήμερα», στην απόπειρά μας να χαρτογραφήσουμε τις νυχτερινές ζώνες της πόλης, όπως διαμορφώνονται καθημερινά θαρρείς από τις ίδιες τις ομάδες και υποκουλτούρες που σπεύδουν να... στήσουν το σημαιάκι τους, οριοθετώντας έτσι την περιοχή τους.

Οι διχογνωμίες δίνουν και παίρνουν: τι είναι ενδιαφέρον, τι παίζει μουσική υποφερτή για τα ευαίσθητα αυτιά μας, πού θα εντοπίσουμε φάτσες και τύπους ανθρώπων που δεν θα προσβάλλουν την αισθητική και την ιδιοσυγκρασία μας... Ελλείψει ομοφωνίας, εντέλει, αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε τα νυχτοπερπατήματά μας, έτοιμοι να ανιχνεύσουμε, να καταγράψουμε, να αποτυπώσουμε παραστάσεις στη μνήμη, να χαρτογραφήσουμε περιοχές ως άλλοι Αμούδσεν!

Αφού σκοπός μας είναι να ιχνηλατήσουμε την πιο «εναλλακτική» τάξη ανθρώπων και πραγμάτων, αποφασίζουμε, χωρίς μεγάλη διαφωνία, να απέχουμε από το Κολωνάκι και μπαρ όπως το RocknRoll – σήματα κατατέθεντα κάποτε μίας άλλης εποχής επαναστατικότητας και ξέφρενης οινοποσίας των μέσων της δεκαετίας του ’90, αλλά σύμβολα παρωχημένων καταστάσεων και κατεστημένου πλέον, τόποι ψυχαγωγίας βολεμένων τριαντάρηδων ή κακομαθημένων, φραγκάτων εικοσάρηδων καθώς η δεκαετία του 2000 πλησιάζει σιγά-σιγά στην εκπνοή της.

Βουρ για Σύνταγμα λοιπόν! Όχι, δεν αποτελεί μόνο τουριστότοπο αλλά και χώρα φιλοξενίας δεκάδεων διαφορετικών μπαρ, στα οποία θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε τις φυλές των θαμώνων. Πρώτος μας σταθμός, η οδός Κολοκοτρώνη, με τη σωρεία... χαμαιτυπίων. Κάνοντας μία στάση στο περίφημο Bartesera, διαπιστώνουμε πως το μαγαζί αποτελεί ζωντανή ενσάρκωση της ίδιας της ταυτότητας και φυσιογνωμίας της σημερινής αθηναϊκής κοινωνίας, της ίδιας της πόλης μας: ένα χαρμάνι τάξεων, προσωπικοτήτων, ηλικιών, κοινωνικών αντιλήψεων. Οι preppies (κολεγιόπαιδα) με τα πουλόβερ συνυπάρχουν αρμονικά με ακριβοντυμένες τριαντάρες που σκάνε διάπλατα χαμόγελα αλλά και φοιτητές με φουλάρια, τρύπιες τσάντες και γυαλιά με χρωματιστούς σκελετούς. Όλοι μαζί, μια παρέα, μια χούφτα, ενωμένοι στην κοινή τους προσπάθεια να καταφέρουν να εισέλθουν στο πάντα ασφυκτικά – γελοιωδώς – γεμάτο Bartesera προκειμένου να απολαύσουν το ποτό τους μέσα στη σκοτεινή, πρασινωπή αυτή στοά, με τις funky αφίσες στον τοίχο και τους εξυπηρετικούς σερβιτόρους.

Λίγο πιο κάτω, χτυπάει η καρδιά της αθηναϊκής αλτερνατίβας – ή τουλάχιστον, έτσι αυτοσυστήνεται το ιστορικό Booze Cooperativa. Εδώ η φυσιογνωμία είναι πιο ενιαία, υπάρχουν ελάχιστες «νοθεύσεις»: δυνατή ροκ μουσική, άφθονη (πάμφθηνη) μπύρα και ένα αρκετά ομοιογενές σύνολο θαμώνων. Φουλάρια, σκούρα ρούχα, μουσάκια και καπέλα για τους άντρες, χαχόλικα ρούχα, μαύρα κολάν και παράξενοι κότσοι για τις κοπέλες, το μαγαζί αποτελεί χώρο συσπείρωσης των «εναλλακτικών» παιδιών της πόλης. Μία κοπέλα που συχνάζει εκεί, η Ρέα, διαφωνεί πάντως, κομματάκι, μαζί μας: «Το Booze όντως ήταν κάποτε η καρδιά των εναλλακτικών της πόλης, τώρα όμως έχει κυριλέψει πολύ, έχει έρθει πολύς κόσμος, έχουν αναμειχτεί όλοι με όλους». Τότε αυτή γιατί έρχεται ακόμα, τη ρωτάμε; «Ε, όπως και να το κάνουμε, παραμένει πάντα φοβερό μαγαζί!» μας απαντάει.

Στον πάνω όροφο του μαγαζιού – που, ομολογουμένως, χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά δυνατή μουσική που επιβάλλει τα ξεφωνητά προς διευκόλυνση της επικοινωνίας – επιβεβαιώνεται η «αρτιστίκ» φυσιογνωμία που υποστηρίζει πως διαθέτει το Booze: παραστάσεις χοροθεάτρου, εκθέσεις τέχνης, free events διοργανώνονται συχνά-πυκνά εκεί, σε μία προσπάθεια σύζευξης ψυχαγωγίας και τέχνης. Ή αλλιώς, το ποτό και η τέχνη ρέουν μαζί, άποψη που πολλοί καλλιτέχνες έχουν, δίχως αμφιβολία, εναγκαλιστεί στο πέρασμα των χρόνων!


Ξαφνικά, όμως, βαρεθήκαμε το Σύνταγμα και τα μπαράκια του και αποφασίσουμε να νυχτοπερπατήσουμε και λίγο πιο πέρα, πάντα στα όρια του κέντρου – ή παράκεντρου, αν προτιμάτε. Με μία ηρωική προσπάθεια – και μία γερή ανάσα πιο πριν – μπαίνουμε στην περιοχή του Ψυρρή, πίσω από το Μοναστηράκι... και ερχόμαστε, όπως πάντα, αντιμέτωποι με ένα τεράστιο, ατελείωτο τσούρμο περαστικών, ένα καραβάνι νυχτοβατών που σεργιανίζει πάνω-κάτω τους στενούς δρόμους του Ψυρρή, σαν πλήθος μεταναστών που το σκάει από πολεμική σύρραξη. Φοιτητομάγαζα αριστερά-δεξιά, εξαρχειώτικες φυσιογνωμίες, ουζάκι και ποικιλίες στα τραπέζια, η διέλευση όμως καθίσταται προβληματική – τουτέστιν, γίνεται το αδιαχώρητο – και, απολύτως πτοημένοι, κάνουμε μεταβολή και το βάζουμε στα πόδια!

Ώρα για Γκάζι, τότε. Διασχίζοντας τον πεζόδρομο που ξεκινάει από την Πλατεία Ασωμάτων, καταλήγουμε στο περίφημο Γκάζι, την πάλαι ποτέ βιομηχανική περιοχή που έχει μεταβληθεί σε κέντρο νυχτερινής προσέλευσης, μαζικότερη και από την αντίστοιχη στο Κολωνάκι. Βρίθουν τα μπαρ κι εδώ: εναλλακτικές φάτσες και αγριεμένες τύπισσες γεμίζουν ασφυκτικά τον χώρο του Hoxton, όπου κυριαρχούν περίεργα μαλλιά, δερμάτινοι, κατακόκκινοι καναπέδες και δυνατές βότκες λεμόνι. Λίγο πιο πέρα, οι 45 Μοίρες επιμένουν πιο συντηρητικά: ρετρό μουσικές επιλογές (80s-90s), mixed κόσμος, με πλειονότητα τους χαλαρούς αλλά και πουκαμισάτους τριαντάρηδες και casual διάθεση. Μεγάλο ατού το καλοκαίρι η τεράστια ταράτσα του μαγαζιού, που γεμίζει σε βαθμό απελπισίας, φέρνοντας περισσότερο σε... αεροδρόμιο.

Καθώς ετοιμαζόμαστε να πάρουμε ταξί, ένας φίλος προτείνει «Δεν πάμε να δούμε τι έχει και στο Bios;» Ξέχνω το! του λέω. Δεν έχω καμία διάθεση να τρέχω μέχρι εκεί... και μπαίνω στο ταξί. Η επόμενη αποστολή χαρτογράφησης των νυχτερινών αθηναϊκών φυλών έχει ακόμα καιρό!

Δεν υπάρχουν σχόλια: